- δονατισμός
- Χριστιανική κίνηση που αναπτύχθηκε στις αρχές του 4ου αι. στην Αφρική, μετά τον μεγάλο διωγμό των χριστιανών την εποχή του Διοκλητιανού. Δημιουργήθηκε για να εναντιωθεί στην υποχωρητική στάση απέναντι στις πολιτικές αρχές, την οποία συνιστούσε ο επίσκοπος Καρχηδόνας, Μενσούριος, ως προτιμότερη από την αδιαλλαξία και την υπερβολική αυστηρότητα ορισμένων ομάδων χριστιανών, οι οποίοι επέλεγαν να θανατωθούν παρά να δείξουν ότι προσβάλλουν και αθετούν την πίστη τους.
Όταν τερματίστηκε ο διωγμός, οι δονατιστές άρχισαν να κατηγορούν ως προδότες τους οπαδούς του Μενσούριου, επισκόπους Καικιλιανό και Φήλικα, υποστηρίζοντας ότι παρέδωσαν ιερά βιβλία στην καταστροφή για να αποφύγουν τον διωγμό. Υπό την καθοδήγηση του Μεγάλου Δονάτου (από τον οποίο οι δονατιστές έλαβαν την ονομασία τους) δήλωναν ότι βρίσκονται σε πλήρη αντίθεση με την επίσημη Εκκλησία.
Οι προσπάθειες του Μεγάλου Κωνσταντίνου να διευθετήσει τη φιλονικία (σύνοδοι Ρώμης το 313 και Αρελάτης το 314) δεν απέφεραν αποτελέσματα. Οι δονατιστές, αν και είχαν διωχθεί και καταδικαστεί, επέμεναν για έναν αιώνα να υποστηρίζουν τις ιδέες τους, οι οποίες πήραν τη μορφή πλήρους πολιτικοκοινωνικής διαμαρτυρίας. Στην απόφαση του Κωνσταντίνου να εξαλείψει οριστικά την αίρεση, κατέφυγαν στα όπλα.
Ύστερα από μια περίοδο ελευθερίας στους χρόνους του Ιουλιανού του Παραβάτη, τους δονατιστές πολέμησαν με δριμύτητα ο επίσκοπος Αυρήλιος της Καρχηδόνας και o Αυγουστίνος, ενώ ο αυτοκράτορας Ονώριος τους εξόρισε τον 5ο αι. Τελικά, έπειτα από ένα διάστημα κατά το οποίο εναλλάσσονταν η ανεκτικότητα και η αυστηρότητα, o δ. υπέστη το τελικό πλήγμα με την αραβική εισβολή του 637 στην Αφρική.
Στη βάση της κίνησης του δ. υπήρχε η αντίληψη για έναν χριστιανισμό που αποτελεί κοινωνία καθαρών, τέλειων και άγιων μελών, για τα οποία δεν ήταν δυνατόν να υπάρξει αμαρτία. Εναντίον αυτών των πολύ αυστηρών αντιλήψεων, οι οποίες στην πραγματικότητα έκαναν αδύνατη τη ζωή και τη διάδοση του χριστιανισμού, αγωνίστηκαν αρκετοί χριστιανοί συγγραφείς και προπάντων o Αυγουστίνος.
* * *οη αίρεση τών Δονατιστών.
Dictionary of Greek. 2013.